Για παράδειγμα, το θυμάρι, από το οποίο παράγεται η θυμόλη, έχει αντισηπτική και αντιοξειδωτική δράση, βοηθά στην άμυνα του οργανισμού και χρησιμοποιείται για την παραγωγή αποσμητικών. Επίσης, αν προσθέσουμε φρέσκα φύλλα θυμαριού στη σαλάτα (στην ανάγκη και αποξηραμένα), αυτό μπορεί να συμβάλει στη μείωση της χοληστερίνης. Το τσάι του βουνού ή σιδερίτης, είναι γνωστό για τις μεγάλες ποσότητες σιδήρου που περιέχει και μπορεί να επιδράσει κατά της αναιμίας, των ιών και των φλεγμονών. Το χαμομήλι, χρησιμοποιείται κατά κόρον ως βάση σε κρέμες για εγκαύματα. Το μελισσόχορτο, από το οποίο παράγεται, μεταξύ άλλων, η κιτράλη, ένα ακριβό αιθέριο έλαιο, έχει πολλή μεγάλη απήχηση στον τομέα της αρωματοποιίας αλλά και της φαρμακολογίας. Ως ρόφημα έχει αντικαταθλιπτική δράση, κατευνάζει και βοηθά την ομαλή πέψη και τη σωστή λειτουργία των εντέρων. Η ρίγανη, από την οποία παράγεται η καρβακρόλη, είναι εξαιρετικός σύμμαχος κατά των κρυολογημάτων, με αντισηπτική δράση. Η καρβακρόλη, είναι επίσης, βασικό συστατικό φαρμάκων για ασθένειες ζώων.
Τα αρωματικά φυτά και η αξιοποίησή τους είναι ένας τομέας που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, τόσο για τους γεωργούς όσο και για τους καταναλωτές. Μάλιστα, ως καλλιέργεια μπορεί να αποφέρει ένα σημαντικό εισόδημα και χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες. Τα Πανεπιστήμια ή φορείς του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και ο Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός, μπορούν να βοηθήσουν το γεωργό που θα θελήσει να στρέψει το ενδιαφέρον του σε αυτές τις καλλιέργειες.Στους ίδιους φορείς, επίσης, θα πρέπει να απευθύνονται και για την αξιολόγηση και πιστοποίηση των προϊόντων τους.
Η Ελλάδα, είναι γνωστό ότι διαθέτει μια από τις πλουσιότερες χλωρίδες της Ευρώπης. Απαντούν τουλάχιστον 6.308 αυτόχθονα είδη και υποείδη φυτών, που αντιστοιχούν στο 45-50% της συνολικής χλωρίδας της Ευρώπης και σχεδόν στο 80% της Βαλκανικής χλωρίδας. Περίπου 750 από τα 5.700 είδη (13,2% της ελληνικής χλωρίδας), είναι ενδημικά του ελλαδικού χώρου, δηλαδή δεν συναντώνται πουθενά αλλού στο εξωτερικό.
Τα ελληνικά αρωματικά φυτά, λόγω των ιδιαίτερων κλιματικών και εδαφολογικών χαρακτηριστικών ξεχωρίζουν και μπορούν να αξιοποιηθούν στη φαρμακολογία, την κοσμετολογία, ως ροφήματα ή πολύ απλά και στο φαγητό. Για την καλλιεργειά τους, απαιτούνται εδάφη με καλή στράγγιση, όχι απαραίτητα πολύ πλούσια, αλλά μπορεί να χρειαστεί να βρίσκονται σε κάποιο υψόμετρο. Η μεγαλύτερη δυσκολία, έγκειται στην αντιμετώπιση των ζιζανίων. Η καλλιέργεια αρωματικών φυτών όπως, η ρίγανη, ο σιδερίτης ή τσάι του βουνού, το φασκόμηλο, το μελλισόχορτο, το θυμάρι και πολλά άλλα, δεν είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση.
Στην Ελλάδα πάντως, τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει δειλά δειλά να εμφανίζονται ορισμένες μονάδες για την καλλιέργεια και αξιοποίηση των αρωματικών φυτών, όπως και η παραγωγή αιθέριων ελαίων και άλλων συστατικων, ενώ ακόμη και στα μπαλκόνια μας διατηρούμε αρωματικά φυτά.(Πηγή: http://www.aggelioforos.gr - ΕΘΙΑΓΕ, Ε.,Μαλούπα).