" Η φύσις μηδέν μήτε ατελές ποιεί, μήτε μάτην'' - Αριστοτέλης, 384-322 π.χ.
'' Tell me, I forget / Show me, I remember / Involve me, I understand '' - Ancient Chinese proverb ( 告訴我,我忘記了。告訴我,我記得。涉及我,我的理解 )

- Βιοποικιλότητα σημαίνει....Ζωή!


Φέτος, η χρονιά αυτή, το 2010 έχει χαρακτηριστεί παγκοσμίως ως το έτος για τη βιοποικιλότητα. Αξίζει να δούμε την έννοια και τη σημασία της για τη Φύση και τη Ζωή.
Ο άνθρωπος δύσκολα αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα διατήρησης της βιοποικιλότητας καθόσον θεωρεί ότι η επιβίωσή του εξαρτάται καθοριστικά από το άμεσο, αλλά και από το ευρύτερο περιβάλλον του. Εξάλλου, επικρατεί κακώς η άποψη ότι, ο ρόλος του κάθε είδους φυτού και ζώου και η σχετική του σπουδαιότητα για τη βιωσιμότητα του οικοσυστήματος μέσα στο οποίο ζουν, δεν έχουν ακόμα αποσαφηνιστεί πλήρως. Η διατήρηση της βιοποικιλότητας εξασφαλίζει την ανάπτυξη βιώσιμων πληθυσμών και ενεργητικών οικοσυστημάτων Ωστόσο, προσεγγίζοντας ανθρωποκεντρικά την αναγκαιότητα διατήρησης της βιοποικιλότητας, μπορούμε να αναφερθούμε στα άμεσα οφέλη που προκύπτουν από αυτήν. Για παράδειγμα, η μεγάλη ποικιλία ειδών, οικοσυστημάτων και τοπίων μας εξασφαλίζει τροφή, ενέργεια, ξυλεία, ίνες, φαρμακευτικές ουσίες και πρώτες ύλες, πλούτο από εμπειρίες, οικονομική ευμάρεια, αφθονία από λειτουργικές πρακτικές και κυρίως γνώση. Παράλληλα, το τεράστιο αυτό απόθεμα-αποθήκη μορφών ζωής και οικοσυστημάτων γενικότερα, παρέχει εντελώς δωρεάν, υπηρεσίες φυσικής ανακύκλωσης των στοιχείων της Φύσης, αλλά και διεργασίες για τη φυσική εξυγίανση του περιβάλλοντος, όταν αυτό ‘’βάλλεται’’ από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Πολλοί επιστήμονες δέχονται ως έκφραση της βιοποικιλότητας τον αριθμό των λειτουργιών που ασκούν τα είδη σε ένα συγκεκριμένο οικοσύστημα και τούτο επειδή συνεκτιμώνται διάφοροι παράμετροι, όπως είναι ο πληθυσμός των ειδών, το μέγεθος των ατόμων, η βιομάζα τους και η κυριαρχία ορισμένων ειδών. Με απλουστευμένους όρους, η βιοποικιλότητα των ειδών φυτών και ζώων εκφράζεται με τον αριθμό και το πλήθος τους που απαντάτε σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Πέρα από αυτά, συχνά γίνεται λόγος και για τη βιοποικιλότητα του τοπίου. Αυτή περιλαμβάνει τα φυσικά οικοσυστήματα, της γεωργικές καλλιέργειες, αλλά και της τύπους των οικισμών. Μάλιστα, θεωρείται μία από τις θεµελιώδεις συνθήκες για την επιβίωση των φυσικών οικοσυστηµάτων, αφού παρέχει την ποικιλοµορφία που απαιτείται, ώστε να αντιμετωπίζονται με επιτυχία οι κάθε είδους μεταβολές και πιέσεις που επιφυλάσσει η Φύση και οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Η βιολογική ποικιλότητα εμφανίζεται σε όλα τα επίπεδα βιολογικής οργάνωσης από τα γονίδια, τα όντα της πανίδας και της χλωρίδας, μέχρι τα οικοσυστήµατα και τα τοπία. Ειδικότερα, η γενετική βιοποικιλότητα εκφράζει το πόσο πλατιές είναι οι κληρονομικές καταβολές του συγκεκριμένου είδους. Όσο μεγαλύτερο είναι το αυτό το εύρος, τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητα επιβίωσης του είδους απέναντι σε εξωτερικές πιέσεις, σε ασθένειες και επιδημίες, σε κλιματικές αντιξοότητες, στη ρύπανση κ.ά. Όσο περισσότερα είδη μετέχουν στη σύνθεση ενός οικοσυστήματος, τόσο μεγαλύτερη σταθερότητα παρουσιάζει αυτό, τόσο πυκνότερο δίκτυο βιολογικών συστημάτων και τροφικών πλεγμάτων δημιουργείται, τόσο πιο απρόσκοπτες είναι οι ροές βιομάζας και ενέργειας, καθώς και η ανακύκλωση των θρεπτικών στοιχείων και τόσο καλύτερα και αποτελεσματικότερα λειτουργούν οι ζωογόνοι μηχανισμοί που διαθέτει το περιβάλλον. Είναι γνωστό επίσης, ότι όσα μέλη απαρτίζουν μια φυσική βιοκοινότητα αυτά εξελίσσονται παράλληλα με προσαρμογές και σε αλλαγές του βιοτικού και αβιοτικού τους περιβάλλοντος (μεταβολές στο τοπικό μικροκλίμα, εισαγωγή ή αφαίρεση ανταγωνιστικών μελών κ.ά.). Επίσης, η γενετική ποικιλομορφία που χαρακτηρίζει τους περισσότερους πληθυσμούς των διαφορετικών ειδών προσφέρει συνήθως, επαρκείς δυνατότητες προσαρμογής σε βαθμιαίες αλλαγές των περιβαλλοντικών συνθηκών. Ωστόσο, όταν οι παραπάνω αλλαγές είναι ριζικές και συμβαίνουν απότομα (ρύπανση, περιορισμός οικοτόπων, ξενικά ανταγωνιστικών ειδών κ.ά.), τα άτομα αδυνατούν να προσαρμοστούν άμεσα και κατά συνέπεια οι πληθυσμοί τους απειλούνται με συρρίκνωση ή και εξαφάνιση.
Καθώς, η σημασία της βιοποικιλότητας αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο σε πολύ μεγάλη και πλατιά κλίμακα, η επιστημονική κοινότητα και ο τύπος επικεντρώνονται στη θάλασσα και στα οικοσυστήματά της. Συχνά, δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στα παράκτια οικοσυστήματα, γιατί αυτά έχουν μεταβληθεί και ρυπανθεί σημαντικά, παρουσιάζουν υπεραλίευση ή και υφίστανται εξάντληση των φυσικών τους πόρων. Η παράκτια ζώνη είναι μια μεταβατική περιοχή μεταξύ ξηράς και θάλασσα. Εκεί αναπτύσσονται ενδιαφέροντες βιότοποι με μεγάλη ποικιλομορφία και σημαντικότητα για το παράκτιο οικοσύστημα. Διακρίνουμε βιότοπους με βράχια και γκρεμούς, αμμώδεις και χαλικώδεις παραλίες ή και επίπεδα λασποτόπια, αλυκές και λιμνοθάλασσες. Οι περισσότερες παραλίες, καθότι αντιπροσωπεύουν την αιχμή δυναμικών φυσικών διαδικασιών, βρίσκονται σε µια συνεχή κατάσταση αναπροσαρμογής, όπου τα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά μεταβάλλονται ανάλογα µε την εποχή, τον κυµατισµό, τον άνεμο, τη βροχή, την εξάτμιση, τους υδροστροβιλισμούς, τα θαλάσσια ρεύματα και την παλίρροια. Κάθε παράκτιο οικοσύστημα κατέχει εν δυνάμει ενεργειακές ζώνες, όπου η έκτασή τους εξαρτάται από την κλίση του εδάφους και το πλάτος της παραλίας, τόσο στο χερσαίο όσο και στο θαλάσσιο τμήμα της παραλίας, ενώ οι ανθρώπινες δραστηριότητες εξασκούν πολυποίκιλες επιπτώσεις. Ειδικά, στο χερσαίο τμήμα ενός παράκτιου χώρου μπορούν να διακριθούν βιότοποι από αμμοθίνες και βιότοποι που περιστασιακά βρέχονται από το θαλασσινό νερό. Πιο κάτω μέσα στο νερό μπορεί να διακριθεί η ζώνη όπου σπάνε τα κύματα και όπου ο κυματισμός μετακινεί το ίζημα και το μεταφέρει προς την ακτή ή και από την ακτή. Δηλαδή, η κατάσταση της παραλίας και η σύστασή της δείχνουν τη ενέργεια των κυμάτων της περιοχής, αλλά και τις δυναμικές καταστάσεις που εκεί δημιουργούνται.
Οι αµµώδεις και χαλικώδεις παραλίες – κατέχουν τα ¾ των παγκοσμίων ακτών, διασυνδέουν τα οικοσυστήματα της ξηράς και της θάλασσας και δημιουργούν ένα σημαντικό οικότοπο, όπου η φύση των οργανισμών μεταβάλλεται ριζικά, η τροφή είναι πλούσια και για το θαλάσσιο και για το χερσαίο τροφικό πλέγμα, ενώ απορροφούν ή και ρυθμίζουν τις οποιεσδήποτε περιβαλλοντικές πιέσεις. Σημειώνουν οι ειδικοί, ότι σε περιοχές µε έντονο κυµατισµό, μικρή κλίση και λεπτόκοκκα ιζήματα, οι ακτές είναι συνήθως επίπεδες, έντονη είναι η διάβρωση, ενώ το μεγαλύτερο τμήμα των ιζημάτων βρίσκεται σε µια εκτεταμένη ζώνη απόσβεσης και σε παράλληλες µε την ακτή αµµώδεις λουρίδες. Οι ακτές αυτές χαρακτηρίζονται ως φιλικότερες, από την άποψη των περιβαλλοντικών παραγόντων για την πανίδα και γιαυτό εμφανίζουν μεγαλύτερη ποικιλομορφία στη βιομάζα. Σε αντίθεση, όταν οι παραλίες έχουν μικρό κυματισμό και μεγάλες κλίσεις, τα υλικά είναι χονδρόκοκκα και γενικά οι παραλίες αυτές λειτουργούν ως ‘’εισαγωγείς’’ υλικού από τη θάλασσα. Πέρα αυτών, υπάρχουν και παραλίες μικτού και περισσότερο πολύπλοκων συστημάτων με μεγαλύτερη ή μικρότερη μεταβλητότητα στη μορφολογία τους και στα ιζήματα τους. Ωστόσο, η μεταφορά και η κυκλοφορία των ιζημάτων που διαμορφώνει τη δομή και τη δυναμική μιας παραλίας εξαρτώνται από την εποχή, ενώ τα πρότυπα ζώνωσης μπορούν να αλλάξουν στη διάρκεια του χρόνου ανεξάρτητα από τον τύπο της παραλίας. Με απλά λόγια, η μεταφορά και η απόθεση άμμου ή και χαλικιών στο χερσαίο τμήμα της παραλίας γίνεται κατά τους θερινούς μήνες, όπου επικρατούν ενεργειακά ήπιες καταστάσεις, ενώ τους χειμερινούς μήνες που η ένταση των κυµατισµών είναι αυξημένη, η μεταφορά και η απόθεση των υλικών-άμμος και βότσαλα, γίνεται προς το µέρος την ανοιχτής θάλασσας. Από βιολογική άποψη, οι εκτεθειμένες παραλίες θεωρούνται φυσικά οικοσυστήματα που βρίσκονται σε διαρκή πίεση. Στα φυσικά οικοσυστήματα δεν φαίνεται ξεκάθαρη αυξητική μεταβολή της αφθονίας των ειδών από τα ρηχά νερά στη βαθιά θάλασσα. Εντούτοις, οι κυριότεροι μηχανισμοί που διαμορφώνουν την εκεί βιοποικιλότητα είναι μεταξύ των άλλων γεω-ιστορικοί και εξελικτικοί παράγοντες, οικολογικές παρεκκλίσεις, βιολογικές αλληλεπιδράσεις, η σχέση περιοχής- ενέργειας-παραγωγικότητας, το εύρος των ειδών και των θηρευτών, η υπόθεση του τυχαίου περιοριστικού παράγοντα και άλλα. Έτσι, η σημασία της βιοποικιλότητας είναι προφανής για την οικολογική ισορροπία, τη σταθερότητα και τη συνεχή λειτουργία των μηχανισμών κάθε οικοσυστήματος, ιδιαίτερα στον παράκτιο χώρο . περιοχή ιδιαίτερα ευαίσθητη για τη χώρα μας, καθότι υφίστανται αλλεπάλληλες φυσικές μεταβολές και συνεχείς ανθρωπογενείς πιέσεις.
Τελειώνοντας, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι η οικολογία, καθώς λέγουν, οριοθετεί την αναγκαιότητα της σύνθεσης μέσα από την αρμονία των σχέσεων, ενώ η βιοποικιλότητα αποτελεί βασική ιδιότητα της Ζωής, της Φύσης και της ύπαρξής μας (πηγές:Σύµβαση Rio de Janeiro για τη Βιοποικιλότητα,1992 -ΥΠΕΧΩΔΕ,2009 -HCMR,2006 -ΕΚΚΕ,2008).